απαγχονισμός

απαγχονισμός
απαγχονισμός, ο και απαγχόνιση, η
η θανάτωση με κρέμασμα.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • απαγχονισμός — Βίαιος θάνατος που προέρχεται από πολύπλοκο μηχανισμό, έπειτα από ολοκληρωτική ή όχι απαιώρηση του σώματος από τον λαιμό με βρόχο, ο οποίος εξαρτάται από κάποιο σταθερό σημείο και περισφίγγεται από την αγκύλη του εξαιτίας της έλξης πουπροκαλείται …   Dictionary of Greek

  • αναπνοή — Γενική βιολογική διαδικασία με την οποία οι ζώντες οργανισμοί παίρνουν από το περιβάλλον οξυγόνο και αποδίδουν διοξείδιο του άνθρακα. Το οξυγόνο είναι απαραίτητο στις οξειδωτικές εξεργασίες που βρίσκονται στη βάση όλων των εκδηλώσεων της ζωής,… …   Dictionary of Greek

  • απαγχόνιση — η (Μ ἀπαγχόνισις) ο απαγχονισμός …   Dictionary of Greek

  • βρόχιος — βρόχιος, ον (Α) [βρόχος] φρ. «βρόχιος μόρος» θάνατος με βρόχο, απαγχονισμός …   Dictionary of Greek

  • κρέμασμα — το (Μ κρέμασμαν) [κρεμώ] το να κρεμιέται κάτι από ψηλότερο σημείο, ανάρτηση, εξάρτηση, νεοελλ. 1. απαγχονισμός 2. (συν. σαρκαστικά) γάμος, παντρειά μσν. στήριγμα …   Dictionary of Greek

  • στραγγάλη — η, ΝΜΑ, και στραγούλα και στραγγούλα Ν το σχοινί τής αγχόνης, ο βρόχος νεοελλ. 1. τεχνολ. μοχλός με την περιστροφή τού οποίου σφίγγεται κάτι 2. όργανο θανάτωσης, πάσσαλος με σιδερένιο κλοιό ή βρόχο από σχοινί που σφίγγεται με συστροφή στον λαιμό… …   Dictionary of Greek

  • φούρκισμα — το, ΝΜ [φουρκίζω] κρέμασμα στη φούρκα, απαγχονισμός νεοελλ. μτφ. εξοργισμός, θυμός, φούρκα …   Dictionary of Greek

  • Ελληνική Επανάσταση — Η Επανάσταση που έλαβε χώρα μεταξύ 1821 29 και είχε ως στόχο την απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό. Παρότι πολλές άλλες απόπειρες είχαν προηγηθεί, η τελευταία ήταν επιτυχής γιατί είχε πιο καθολικό χαρακτήρα, ήταν πιο οργανωμένη και αποτέλεσε… …   Dictionary of Greek

  • Επτάνησα ή Επτάνησος — Ιστορική και γεωγραφική νησιωτική περιοχή (2.307 τ. χλμ., 212.984 κάτ.) που εκτείνεται κατά μήκος των δυτικών παραλίων της Ελλάδας μέχρι τη νότια Πελοπόννησο. Περιλαμβάνει από τα Β προς τα Ν τα νησιά Κέρκυρα, Παξοί, Λευκάδα, Ιθάκη, Κεφαλονιά,… …   Dictionary of Greek

  • Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”